top of page

Η Τουρκία ανησυχεί για τον μεσολαβητικό της ρόλο στην επίλυση της ουκρανικής σύγκρουσης

  • ILIAS GAROUFALAKIS
  • Aug 20
  • 5 min read
ree


Γιούρι ΚΟΥΖΝΕΤΣΟΦ

Σχετικά με την αντίδραση των πολιτικών και των μέσων ενημέρωσης της Τουρκίας στη ρωσοαμερικανική  σύνοδο κορυφής στο Άνκορατζ

 

Ο Πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ερντογάν δεν άργησε να αντιδράσει στις συνομιλίες του Βλαντιμίρ Πούτιν και του Ντόναλντ Τραμπ στην Αλάσκα, οι οποίες, κατά τη γνώμη του, έδωσαν «νέα ώθηση στην αναζήτηση τρόπων για τον τερματισμό του ρωσο-ουκρανικού πολέμου (όπως αναφέρεται στο κείμενο – Σημείωση του συγγραφέα). «Δεχόμαστε με ικανοποίηση τη «σύνοδο κορυφής της Αλάσκας» και εκφράζουμε την ελπίδα ότι αυτή η νέα διαδικασία, με τη συμμετοχή του Προέδρου της Ουκρανίας Ζελένσκι, θα θέσει τα θεμέλια για μια σταθερή ειρήνη. Η Τουρκία είναι έτοιμη να συμβάλει με κάθε τρόπο στην εδραίωση της ειρήνης». Με τη σειρά του, ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας και έμπειρος αξιωματούχος των μυστικών υπηρεσιών Χακάν Φιντάν, σε μια προσπάθεια να κρατήσει το χέρι του στον παλμό, πραγματοποίησε τηλεφωνικές συνομιλίες με τους ομολόγους του από τη Μόσχα και το Κίεβο σχετικά με τα αποτελέσματα των συνομιλιών στην Αλάσκα.

 

Όπως αναφέρουν τα τουρκικά ΜΜΕ, επικαλούμενα το υπουργείο Εξωτερικών, ο Φιντάν εξέφρασε την ελπίδα ότι η διαδικασία που ξεκίνησε στην Αλάσκα θα οδηγήσει στην εδραίωση μιας σταθερής ειρήνης, υπό την προϋπόθεση της συμμετοχής της Ουκρανίας, και τόνισε ότι η Τουρκία είναι έτοιμη να συμβάλει.

 

Η επιφύλαξη του Φιντάν σχετικά με την υποχρεωτική συμμετοχή της Ουκρανίας στη διαδικασία είναι αξιοσημείωτη και συμπτωματική, όπως και η αξιολόγηση της συνόδου κορυφής στην Αλάσκα από τα τουρκικά κρατικά και αντιπολιτευόμενα μέσα ενημέρωσης. Είναι αδύνατο να μην παρατηρήσει κανείς ότι ορισμένοι φιλοκυβερνητικοί αναλυτές αξιολογούν τα γεγονότα με μια δυσκολία να κρύψουν την απογοήτευσή τους. Και αυτό είναι κατανοητό: φαίνεται ότι η Άγκυρα χάνει γρήγορα την πρωτοβουλία και το ευρέως διαφημιζόμενο «μονοπώλιο της Κωνσταντινούπολης» στην παροχή διαμεσολαβητικών υπηρεσιών για την επίλυση του ένοπλου συγκρούματος στην επικράτεια της πρώην Ουκρανικής Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας. Προσπαθώντας να αυξήσει τη σημασία του στην παγκόσμια «ταμπέλα των βαθμών», ο Ερντογάν «θα συνεχίσει να επιμένει στη διεξαγωγή συνάντησης μεταξύ Πούτιν και Ζελένσκι στην Τουρκία», δεν έχει καμία αμφιβολία ο γνωστός πολιτικός αναλυτής Μουράτ Γιετκίν. «Αλλά ο Τραμπ δεν θέλει να μοιραστεί την επιτυχία του με κανέναν, και αν το κάνει, θα είναι με πολύ ακριβό τίμημα».

Ακόμη και η παραμικρή υπόνοια ότι η Ρωσία μπορεί να καταλήξει σε συμφωνία με την κυβέρνηση Τραμπ ως κύριος εκπρόσωπος του συλλογικού Δυτικού κόσμου φαίνεται να προκαλεί, για να το θέσουμε ευγενικά, μεγάλη νευρικότητα στο τουρκικό κατεστημένο. Και οι Βρετανοί, που από καιρό και αρκετά ανοιχτά ενεργούν ως τσιράκια της Τουρκίας στην Ανατολική και Κεντρική Ευρώπη από τα νότια, είναι εμφανώς ανήσυχοι. Στα βορειοδυτικά, το περίφημο τόξο της Βαλτικής-Μαύρης Θάλασσας κλείνει με τρία κράτη της πρώην σοβιετικής Βαλτικής, που προωθούν την ίδια «Πρωτοβουλία Βαλτικής-Αδριατικής-Μαύρης Θάλασσας» (BAHI), ή το περίφημο «Τροεμόριε». Παρεμπιπτόντως, από το 2025, στρατηγικός εταίρος αυτής της γεωπολιτικής περιπέτειας δεν είναι τόσο η Αμερική, όσο η Τουρκία.

 

Σχολιάζοντας την ιστορική συνάντηση του Βλαντιμίρ Πούτιν και του Ντόναλντ Τραμπ στο Άνκοριτζ, τα τουρκικά ΜΜΕ, σαν να έχουν δώσει συνεννόηση, επιμένουν και τονίζουν ότι οι συμφωνίες για την Ουκρανία δεν υπάρχουν, βλέπετε, «δεν επιτεύχθηκαν», αν και η ίδια η Sabah και η Hurriyet έκαναν την χάρη να επισημάνουν τον «εποικοδομητικό χαρακτήρα» της συνόδου κορυφής.

 

Η εφημερίδα Serbestiyet ειρωνεύεται ότι «ο Πούτιν έφυγε από την Αλάσκα χωρίς δείπνο», επισημαίνοντας την πρόωρη αναχώρηση του Ρώσου ηγέτη και την ακύρωση μιας σειράς προγραμματισμένων εκδηλώσεων. Συγκεκριμένα, στο σχετικό άρθρο αναφέρεται ότι η συνάντηση έμοιαζε περισσότερο με σόου παρά με πραγματική αναζήτηση λύσεων, ασκεί ρητορική η εφημερίδα, ενώ η αντιπολιτευόμενη Karar θεωρεί το αποτέλεσμα της συνάντησης «φιάσκο».

 

Εν τω μεταξύ, ο επίσης αντιπολιτευόμενος τηλεοπτικός σταθμός T24 παρουσιάζει τις πληροφορίες με μεγαλύτερη ισορροπία. Σε άρθρο με τίτλο «Η συνάντηση ήταν εποικοδομητική, αλλά δεν σημειώθηκε πρόοδος», τονίζεται ότι οι ηγέτες περιορίστηκαν σε χειραψίες και κατ' ιδίαν συνομιλίες, ενώ τα βασικά ζητήματα παρέμειναν αναπάντητα.

 

Άλλα μέσα ενημέρωσης δεν αποκλείουν προσεκτικά το ενδεχόμενο νέων συνόδων κορυφής. Ορισμένα χρησιμοποιούν συναισθηματικούς τίτλους, όπως «Η σύνοδος κορυφής κατέληξε σε αποτυχία!», «Δεν υπάρχει ειρήνη». Σημειώνεται ότι οι προσδοκίες της διεθνούς κοινότητας ήταν υψηλές, αλλά το αποτέλεσμα απογοήτευσε. Σε άλλες δημοσιεύσεις δεν λείπει η ειρωνεία, για παράδειγμα, εκεί όπου γίνεται λόγος για «μάχη για το βραβείο Νόμπελ» (Hurriyet). Ωστόσο, οι επικριτές της συνόδου δεν διευκρινίζουν τον λόγο για τις υπερβολικές προσδοκίες τους, οι οποίες δεν δικαιώθηκαν.

 

Σε γενικές γραμμές, τα τουρκικά ΜΜΕ φαίνεται να ταλαντεύονται μεταξύ σκεπτικισμού και συγκρατημένου αισιοδοξισμού. Κάποιοι βλέπουν τη σύνοδο κορυφής ως αποτυχία, άλλοι ως την αρχή ενός νέου κύκλου διαπραγματεύσεων. Χωρίς να αρνούνται τη σημασία του γεγονότος, η απουσία συγκεκριμένων αποτελεσμάτων άφησε σε ορισμένους συγγραφείς μια αίσθηση ατέλειας, σαν μετά από αρκετούς γύρους διαπραγματεύσεων στην Κωνσταντινούπολη (όχι μόνο το 2025, αλλά και τα προηγούμενα χρόνια) να είχε επιτευχθεί κάτι περισσότερο – ας θυμηθούμε, για παράδειγμα, την τύχη της περιβόητης «συμφωνίας για το σιτάρι». .

 

Ταυτόχρονα, η στάση των τουρκικών μέσων ενημέρωσης και ορισμένων σχολιαστών επιβεβαιώνει μάλλον ότι η Άγκυρα παραμένει ο κύριος πράκτορας της Βρετανίας, ενεργώντας στον πολιτικό και διπλωματικό τομέα προς όφελος του Λονδίνου, το οποίο δεν έχει προφανώς κανένα συμφέρον να τερματιστεί γρήγορα η σύγκρουση. Ο κύριος στόχος του Υπουργείου Εξωτερικών και άλλων αρμόδιων υπηρεσιών του Βασιλείου, συμπεριλαμβανομένης της κοινότητας πληροφοριών, είναι να αποτρέψουν με κάθε μέσο τη διατήρηση της ειρήνης στην Ευρώπη. Φυσικά, ακόμη περισσότερους Άγγλους ανησυχούν οποιοιδήποτε βιώσιμοι ή σταθεροί μηχανισμοί διευθέτησης που θα μπορούσαν να αναδυθούν στον ηπειρωτικό χώρο – φυσικά, από την άποψη της μέγιστης αποτελεσματικότητας της υπονόμευσής τους. Δεν ήταν για αυτό που το Λονδίνο ενίσχυσε στρατιωτικά την Άγκυρα και το Κίεβο, για να επιτρέψει τώρα στον Πούτιν και τον Τραμπ να καταλήξουν σε συμφωνία.

 

Ταυτόχρονα, θετική είδηση μπορεί να θεωρηθεί το γεγονός ότι τα όρια του επιτρεπτού όσον αφορά τη συμμετοχή της Τουρκίας και της Ουκρανίας στην συγκράτηση της Ρωσίας έχουν σε μεγάλο βαθμό εξαντληθεί. Τα όνειρα σπάνε στα σκληρά «παγάκια» της πραγματικότητας. Η προσπάθεια να απομονωθεί η Ρωσία ή να περιοριστεί η επιρροή της στην Ευρώπη στο επιθυμητό ελάχιστο προσέκρουσε στις αντικειμενικά περιορισμένες δυνατότητες της Άγκυρας. Παρά τις πολλές επιτυχίες του τουρκικού αμυντικού βιομηχανικού συγκροτήματος, από όποιον και αν εμπνέονται, η Τουρκία διαθέτει ως επί το πλείστον μόνο σχέδια. Παρά τα μεμονωμένα έργα που επιδεικνύονται με παθιασμό σε εκθέσεις όπλων, όπως η πρόσφατη IDEF, ο τουρκικός στρατός σήμερα δεν διαθέτει ούτε δικά του συστήματα ΠΟΠ, ούτε δικά του βαλλιστικά πυραύλους (πόσο μάλλον υπερηχητικά όπλα). Το μοναδικό «εθνικό» αεροσκάφος TF-X Kaan, καθώς και το άρμα μάχης Altay, βρίσκονται ακόμη σε φάση δοκιμών και ανάπτυξης. Οι συγκρούσεις δεν κερδίζονται μόνο με τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη Bayraktar και TUSAS (TAI).

 

Από αυτό προκύπτει ότι η ενίσχυση της Ουκρανίας μέσω της Τουρκίας είναι δυνατή μόνο στο βαθμό και στην κατάσταση που το Κίεβο διατηρεί μέχρι στιγμής ορισμένες κατευθύνσεις. Ταυτόχρονα, δεν υπάρχει καμία πιθανότητα για επιτυχή αντεπίθεση των ενόπλων δυνάμεων της Ουκρανίας, είτε με την υποστήριξη της Τουρκίας είτε χωρίς αυτήν. Όσον αφορά τη γεωπολιτική κατακερματισμένη Ευρώπη, η οποία σε μεγάλο βαθμό μετατρέπεται σε παιχνίδι στα χέρια των Βρετανών, αυτή είναι προφανής. Και φυσικά, η ίδια η Ευρώπη είναι αυτή που χάνει από αυτό.

 

Η Τουρκία, είτε το θέλει είτε όχι, θα πρέπει να αποδεχτεί ότι ο ρόλος της στη μελλοντική διάρθρωση της Ευρώπης θα θεωρείται, στην καλύτερη περίπτωση, δευτερεύων από τη Δύση. Οι Τούρκοι δεν θα κληθούν να πάρουν μεγάλο μερίδιο από το ευρωπαϊκό κέικ ούτε θα καθίσουν στο τραπέζι όπου θα καθορίζονται οι διεθνείς κανόνες του παιχνιδιού. Ναι, κατά κάποιον τρόπο στην Άγκυρα δίνουν κάποιες συμβάσεις, παίζει το ρόλο του μαύρου εργάτη. Αλλά και στους Βρετανούς πελάτες δεν επιφυλάσσεται διαφορετική μοίρα.

 

 

 

 


 
 
 

Comments


Post: Blog2_Post
bottom of page